Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Για μια γυναίκα

Γι'αυτό αγαπώ τους δρόμους.
Γιατί από παλιό σου πέρασμα, κράτησαν
τ'άρωμά σου.

Γι' αυτό αγαπώ τους ανέμους.
Γιατί φέρνουν τη χροιά της φωνής σου,
στις γρίλιες των παραθύρων μου.

Γι' αυτό αγαπώ την Άνοιξη.
Γιατί μου επιστρέφει τα χρώματα
που μου στέρησες.

Γι' αυτό αγαπώ τους σταθμούς, τα τρένα.
Γιατί φεύγουν κι έρχονται για 'κείνους
που ελπίζουν.

Γι' αυτό αγαπώ τη βροχή.
Γιατί μου θυμίζει πως αξίζει
για μια γυναίκα
ένας άντρας να δακρύζει.

Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2015

Ερωτικό

Σου είχα πει,
να μη βιαστείς, σε μας ο χρόνος περιμένει.
Σου είχα πει,
να μη βιαστείς κι ας κοίταζα επίμονα
την πόρτα του σταθμού.
Κι ύστερα...
Ο πόνος στο στήθος ήρθε γρήγορα.
Ό κόσμος άρχισε να φωνάζει: γρήγορα.
Το ασθενοφόρο ήρθε γρήγορα.
Όλα γύρω μου, θόλωσαν γρήγορα.
...Γιατί αγάπη μου άργησες;

Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2015

ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΙ ΕΡΩΤΕΣ

Τη δίψασα τόσο,
όσο ένα ποτήρι δροσερό νερό
που δε μπόρεσα ποτέ ν'αγγίξω.
Άλλαξαν οι καιροί.
Άλλαξε πολλά χέρια το ποτήρι.
Κι ένα ζεστό μεσονύχτι,
γλίστρησε από το χέρι κάποιου Νορβηγού,
κι έπεσε.
Έγινε κομμάτια.
Μα όλο το δροσερό νερό,
χύθηκε επάνω στη καρδιά μου.

Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ξένη εβδομάδα

ΚΥΡΙΑΚΗ

Ώρα που ραγίζουν τα κρύσταλλα.
Ακόμα μοσχομυρίζουν της νύχτας 
τ'αναφιλητά.
Όσο κι αν έψαξε,
δε βρήκε ένα όνειρο που να εφάπτεται
με την πραγματικότητα.
ολόγυρα του χόρευαν ξεδιάντροπα
οι ψευδαισθήσεις
κι αυτός...χειροκροτούσε.

ΔΕΥΤΕΡΑ

Στόμα πικρό βαριά τσιγάρα.
Οι πιο όμορφες αναμνήσεις σκοτώθηκαν
πίσω από χειμωνιάτικα τζάμια.
Είδε τη ζωή του να τρέχει με τις πρωινές
εφημερίδες,
στις αφετηρίες των αστικών λεωφορείων.
Οι θέσεις σε παράθυρο,
του έδειχναν πάντα που σκότωναν
τα παιδικά του όνειρα 
τον χρόνο τους.

ΤΡΙΤΗ

Τον είχαν άχτι τα πλήκτρα της.
Οι ώρες της,
έσταζαν φαρμάκι στα ρούχα του,
δημιουργώντας λεκέδες απόγνωσης.
Που να πάει;
Που να σταθεί;
του είχε απαγορεύσει η εμπιστοσύνη
ν'αγκαλιάζει τους ανθρώπους.
Για να ξεφύγει από την ήττα του δειλινού,
κρύφτηκε στα δυτικά προάστια,
σ'ένα καφενείο που δε χωρούσε.

ΤΕΤΑΡΤΗ

Έξω σκουριά λάσπη και αδιαφορία.
Άργησε η αγάπη και το ποτήρι γέμισε 
με άδεια χρόνια.
Διάλεξε μια ώρα σιωπηλή για να διακοσμήσει
το πέτο του,
κι έφυγε.
Τον κατάπιε το εργοστάσιο.
Η ρουτίνα.
Ο μόχθος.
το χειροκρότημα της αποτυχίας.

ΠΕΜΠΤΗ

Άνοιξε τα παράθυρα.
Χλωμό πρωινό.
Σιωπή.
Καμιά υπόμνηση πόνου.
Μυρωδιά βροχής.
Πως γέμισε ο δρόμος με τόσο ξεπεσμένο
αέρα;
Ώρα να βγει να κυνηγήσει 
υπερτιμημένα μηδενικά.

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ

Πλύθηκε από συνήθεια.
Ο άνεμος στα παράθυρα ούρλιαζε τα ξένα
μυστικά του.
Είδε τα πράγματά του να κλαίνε.
Πάνω στο τραπέζι, ένα κομμάτι ψωμί
κι ένα γράμμα από εκείνη που του μίλησε
κάποτε γι άγάπη.
Μια εκδρομή στις γκρίζες πολιτείες ματαιώθηκε.
Ασφυξία.
Πλήξη.
Έτριβε τα χέρια της η τραγωδία.

ΣΑΒΒΑΤΟ

Ατάραχο πρωινό
Άκουσε χαμογελώντας τα βήματα του Θεού
ν'απομακρύνονται.
Οι σκιές, πέρασαν απ' τον καθρέφτη και του 'στειλαν
χαιρετίσματα.
Όλη τη νύχτα, ζωγράφιζε ανθρωπάκια
για να μπορέσουν να γεννηθούν παιδιά
δίχως να γνωρίσουν τη μοναξιά του κόσμου.
Καταδικάστηκε ωστόσο από το πεπρωμένο του
για εσχάτη προδοσία.
Βράδυ Σαββάτου κι αυτός,
απλός θεατής μιας ξένης εβδομάδας.




Τετάρτη 2 Σεπτεμβρίου 2015

Η πεντάμορφη των χρωμάτων

Ήταν ένα φύσημα ζωής το πέρασμα της.
Και όμως,
εποχές και ονείρατα, σήμαναν 
την ώρα των ωρών.
Ταλαντώθηκαν οι αυτοκρατορίες
των αισθήσεων.
Αφοσιωμένες αγαπητικές,
αναλήφθηκαν με την σκόνη που σήκωσε
ο χορός των εκπλήξεων.

Οι κρυφές ματιές ανήμπορες ν' αντιδράσουν
επισήμως καθιερώθηκαν.
Σείστηκε το στερέωμα των θείων πραγμάτων
όταν στο αχανές της αγάπης ξαμολυθήκαμε.
Τραφήκαμε με χαιρετίσματα καλοκαιριών
πίνοντας τη δροσιά πέντε ανέμων.

Όταν έφυγε.
παρηγορήθηκα πλάι στους κρυφούς
έρωτες μιας ανεμώνας.
Ίσως να έχασα τον κόσμο.
Κέρδισα όμως το φύσημα.